Μετά από πολλά χρόνια αποφάσισε το υπουργείο Υγείας, σωστά, να έχει ανοιχτή μια μονάδα με ψυχολόγους έτοιμη να βοηθήσει τα παιδιά που δίνουν εξετάσεις αυτή την εποχή. Βέβαια η εξειδικευμένη αυτή μονάδα υπάρχει μόνο στην Αθήνα αλλά ας μην τα θέλουμε όλα δικά μας.
Περίπου δύο παιδιά την εβδομάδα προσέρχονται στην Μονάδα Εφηβικής Υγείας στο νοσοκομείο «Αγλαΐα Κυριακού» λοιπόν με σοβαρά σωματοποιημένα συμπτώματα άγχους. Ταχυκαρδίες, ανορεξία, πυρετοί, ακόμη και συμπτώματα κατάθλιψης. Το θέμα είναι σοβαρό, όπως σοβαρό ήταν πάντα.
Δεν μπορεί να μην έχετε κάποιον δικό σας άνθρωπο που να δίνει πανελλαδικές ή που να έχει δικό του άνθρωπο σε αυτή τη διαδικασία. Και το ξέρουμε όλοι: τα παιδιά μέχρι να φτάσουν εκεί έχουν περάσει από ένα μακρύ διάστημα που δεν πάνε σχολείο, που ο καθηγητής τους δεν έχει την ευθύνη τους. Που δεν ασκούν το δικαίωμά τους σε «δωρεάν και δημόσια Παιδεία». Με άλλα λόγια, που έχει αναλάβει ένα φροντιστήριο ή ένας καθηγητής στο σπίτι να ανοίξει την πόρτα σε έναν άλλο κόσμο, σε πρώτη φάση σε μια άλλη πόλη.
Τι σημαίνει αυτό σε απλά οικονομικά είναι γνωστό και για τους γονείς και για τη χώρα γενικότερα. Επίσης σε τι ιδρύματα θα πάνε αυτά τα παιδιά(όχι όλα, υπάρχουν και καλές σχολές) και αν θα σπουδάζουν ανάμεσα σε κρανοφόρους, καταλήψεις και συνθήματα γραμμένα παντού, είναι κι αυτό γνωστό. Τα κολλήματά μας με τα μη κρατικά πανεπιστήμια θα στείλουν παιδιά φτωχών ανθρώπων για σπουδές αλλού.
Το χειρότερο ,δε, που μπορεί να πάθει ένα παιδί (και ο γονιός του)είναι να μην περάσει στην σχολή που ήθελε, να πάει ανόρεχτα κάπου για να σπουδάσει «κάτι» ή για να γνωρίσει την λεγόμενη φοιτητική ζωή. Και να καταλήξει 30ντάρης να γυρνά στο πατρικό για να δει τι θα κάνει.
Ελπίζω αυτό το σημείωμα οι γονείς να μην το δείξουν στα παιδιά και τους μαυρίσουν την ψυχή. Έχει τις χειρότερες εκδοχές ενός συστήματος που ταλανίζει χρόνια την ελληνική κοινωνία. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ένα πράγμα φτιάξαμε αδιάβλητο τόσα χρόνια, ως χώρα, κι αυτό ήταν το σύστημα των Πανελλαδικών.
Είναι βέβαιο ότι κάποια παιδιά θα πετύχουν. Όπως είναι βέβαιο ότι δεν πρέπει όλα τα παιδιά να δίνουν για το Πανεπιστήμιο, όπως είναι βέβαιο πως όλο αυτό είναι μια βιομηχανία, ίσως η πιο βαριά που διαθέτουμε. Και, τέλος, είναι βέβαιο ότι τα παιδιά αγχώνονται ίσως και χωρίς λόγο. Έπρεπε να διαβάζουν για να πάρουν βάσεις ή καμιά υποτροφία, όπως γίνεται παντού.
Το κακό είναι πως αυτά θέλησε να τα παρατηρήσει πρόσφατα στη Βουλή κι ο υπουργός Παιδείας. Και για να πει κάτι «πιασάρικο» είπε πως πρέπει να αφήσουμε τα παιδιά να πάνε να πιούν ένα ποτό το Σάββατο το βράδυ! Αυτό δηλαδή που δεν έπρεπε να πει… Και το χειρότερο; Όταν ρωτήθηκε πώς θα φτάσουμε σε ένα επίπεδο που να μην απαιτούνται τέτοιου είδους εξετάσεις δεν είχε απάντηση, παρά μόνο μια υπόσχεση για διάλογο. Αλλά από διαλόγους έχουμε εξαντληθεί πια. Παράγουμε περισσότερο διάλογο από όσο μπορούμε να καταναλώσουμε, ειδικά στην Παιδεία.
Γ.Σ.