Μήνα Ιούλιο και μεσοβδόμαδα, με την πανσέληνο να «καιροφυλακτεί» πίσω από τα νέφη, «στρώθηκαν» λευκά καθίσματα στην ακρολιμνιά και στα ρηχά της λιμνοθάλασσας στήθηκαν ένα ξύλινο βάθρο, πάσσαλοι και καλαμίδες, κεριά και καραβόπανα.
Γράφει η Μαρία Καρατζογιάννη*
Βαρκούλες ταπεινές στο πλάι της αυτοσχέδιας εξέδρας πλαισίωναν το φυσικό και λιτό σκηνικό κι ο ουρανός που συνέδεσε το χρώμα με τον χρόνο, γαλάζιος, γκρι, μαβί, πορτοκαλί και στο τέλος μαύρος, μα σεληνοφώτιστος περίμεναν υπομονετικά τον πρώτο ήχο που θα έδινε το απαλό χτύπημα των δακτύλων και του δοξαριού στις χορδές μιας άρπας κι ενός τσέλου. Περίμεναν τις μελωδίες εκείνων των «εξωτικών» πλασμάτων, που θα έκαναν ακόμη και το φεγγάρι και τα ψαράκια να συναχθούν και να στήσουν το δικό τους μοναδικό χορό πάνω στα λαμπυρίζοντα νερά μιας μαγικής λίμνης που αλλάζει κάθε τόσο φορεσιά, για να υπηρετεί τον άνθρωπο και το πνεύμα του, για να πλάθει το θυμικό του.
Μια εισαγωγή σαν αυτή τόσο λυρική, μια αφήγηση σχεδόν παραμυθένια θα μπορούσε να πει κανείς ότι θα ταίριαζε και θα αναλογούσε απόλυτα στην εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε ημέρα Τετάρτη και στις 13 Ιουλίου στο Δασάκι του λιμανιού.
Ο Αλέξανδρος Μποτίνης και η Ευαγγελία Κιόσογλου σαν άλλα εξωτικά πλάσματα της λίμνης, ευγενικά, χαρισματικά, ευλογημένα με τη μαγική δύναμη της επιδέξιας τεχνικής τους στο τσέλο και στην άρπα, μας κάλεσαν σε ένα τελετουργικό με πρωταγωνιστές την πανίερη μουσική και τη φύση. Μας μετέφεραν στον κόσμο της μουσικής που ημερεύει και μυεί τον καθένα από εμάς στην ονειροπόληση, στη φαντασία, στην ανάδυση συναισθημάτων που η καθημερινότητα κρατά πολύ καλά φυλαγμένα και σιωπηλά. Αυτά τα ξεχωριστά πλάσματα με πρόσωπα που αποτύπωναν, εκφραστικά, τον αντίκτυπο των ήχων, με τα διακριτικά χαμόγελα και το συνεχές μοίρασμα «πληροφοριών» που αποκάλυπτε τη μουσόφιλη καταγωγή τους, κατάφεραν να γητεύσουν τους θεατές και ακροατές που χειροκροτούσαν σε κάθε μουσικό κομμάτι τους, σε κάθε «ξόρκι» που είχε αιχμαλωτίσει την αίσθηση της ακοής και είχε υποτάξει κάθε ψίθυρο στη σιωπή, μια σιωπή που σεβαστικά προλόγιζε το κάθε μουσικό κομμάτι που θα ακολουθούσε.
Σ’ αυτή τη μαγική λίμνη τα απόκοσμα πλάσματα έκαναν «ξόρκια» με νότες του ρε και του σολ, με μουσικά κλειδιά ξεκλείδωσαν τον ρομαντισμό του κοινού και διέλυσαν με μιας κάθε ρηχό και ευτελές στοιχείο που έχει κατακλύσει τη ζωή μας, θεράπευσαν, έστω και για μια ώρα, όλες τις πληγές της υποκουλτούρας. Έβγαλαν από τη μουσική «φαρέτρα» τους διαχρονικές, κλασικές μελωδίες των Debussy , Saint-Saëns , Massenet , Beethoven , Elgar ,Tchaikovsky, Manuel de Falla και Χατζιδάκι, αλλά και μια μουσική σύνθεση που εκτελέστηκε παγκοσμίως για πρώτη φορά, το «I love the Lord» του Nestor Taylor, για να επιστεγάσουν αυτή την ωδή στην πάνοπτη σελήνη που για ώρα «κρυφοκοιτούσε», για να εμφανιστεί ολάκαιρη τη στιγμή που η μελωδία της «σονάτας του σεληνόφωτος» την υποδεχόταν, ενώ επιβεβαιωνόταν πως η απλότητα, η οικονομία και η σοφία της φύσης είναι το πιο δυνατό «ξόρκι» στην ασχήμια που μας περιβάλλει και πως το άλλο μαγικό, αυτό της μουσικής θα δρα πάντοτε θεραπευτικά, θα βρίσκεται πάντοτε εδώ να μας ημερεύει, να μας γλυκαίνει τις στιγμές, να δίνει φωνή στην ψυχή μας, να μας εξευγενίζει, να μας θυμίζει πως η αποπνευματοποίηση της εποχής διαλύεται με το άκουσμα ενός τραγουδιού και μιας μελωδίας με δυνατή συνοχή και υψηλό σκοπό.
Η εκδήλωση «καθαγίασε» τα νερά της λιμνοθάλασσας με μουσουργούς, γνήσιους υπηρέτες του πολιτισμού, αλλά και με την ανάδειξη μιας ακόμη δυνατότητάς της, να είναι διαρκώς ένας χώρος πολιτιστικής δραστηριότητας που θα ενώνει τις μέγιστες αξίες μας, που είναι η φύση και ο αυθεντικός πολύπλευρος πολιτισμός μας.
*Φιλόλογος/MA Δημιουργικής Γραφής